Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

«Είμεθα τέντυ μπόης»: ο νόμος της διαπόμπευσης

Νεαροί τεντιμπόηδες, κουρεμένοι «εν χρω». Από ρεπορτάζ εφημερίδας, 1959 - πηγή

Μπορεί το γιαούρτωμα σήμερα να μην τιμωρείται από την πολιτεία, αλλά πριν 55 χρόνια αυτοί που θα το έκαναν, θα τιμωρούνταν σύμφωνα με το νόμο 4000 «περί τεντιμποϊσμού», που ψηφίστηκε το 1958.



Ο μεγάλος μας ποιητής Θωμάς Γκόρπας, στο ποίημά του « Ένα Σπουδαίο Αγόρι (1957)», περιγράφει καλά τα αδικημένα εκείνα παιδιά της ανεργίας ή του ξεροκόμματου στα μηχανουργεία, και στρέφει την υπεράσπισή του στα «όνειρά τους που έγιναν στάχτη». Στις πολλές συζητήσεις που είχα με τον αείμνηστο Γκόρπα, με διαβεβαίωσε ότι οι «τεντιμπόηδες» δεν ήσαν «αλητάκια», αλλά σπουδαία παιδιά, που τα έπνιγε η αγανάκτηση. - "Το γιαούρτι τώρα δικαιώνεται;" του Μανώλη Νταλούκα - πηγή

Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1958, τίθεται σε ισχύ στην Ελλάδα, από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ο νόμος αυτός δια του οποίου επιβάλλεται το “εν χρω” κούρεμα (δηλαδή με την ψιλή) και η διαπόμπευση των παραβατών. Ήταν νόμος του υπουργού Δικαιοσύνης Κωνσταντίνου Καλλία και στόχο είχε την αντιμετώπιση των νεαρών ταραχοποιών, που ήταν γνωστοί ως «τεντιμπόηδες», οι οποίοι έριχναν γιαούρτια ή φρούτα σε περαστικούς και επιδίδονταν σε βανδαλισμούς.

Ο Μπάμπης Μουτσάτσος, από τους πρώτους τεντιμπόηδες του ’50. Αργότερα, στην δεκαετία του ’60 υπήρξε ο ιδιοκτήτης της θρυλικής Κουίντας. (Φωτογραφία από συν στον Μ. Νταλ. Ιούλιος 2002) - πηγή

Ο όρος «τεντιμπόης» (ή τεντυμπόης) προέρχεται από την αγγλική λέξη «teddy boy» που περιέγραφε μια συγκεκριμένη ομάδα νεαρών της δεκαετίας του ’50 στην Αγγλία, με ιδιαίτερη εμφάνιση, που ντυνόταν επιδεικτικά με ακριβά ρούχα. Καθώς μερικές από τις ομάδες αυτών των νεαρών, χωρισμένοι σε συμμορίες οδηγήθηκαν σε παραβατικές συμπεριφορές, ο όρος σύντομα απέκτησε την σημασία του μοσχαναθρεμμένου και εύπορου ταραξία και αλήτη.

Διαπόμπευσης στην Φωκίονος Νέγρη. Έχει γίνει ήδη το κούρεμα, κατά τόπους «εν χρω», έχει κρεμαστεί η ταμπέλα και τώρα θα ακολουθήσει η περιφορά στον δρόμο. Ο νεαρός απελπισμένος σκύβει το κεφάλι μην έχοντας τρόπο να κρύψει το πρόσωπο. Κάποιος χαμογελά ικανοποιημένος. Ο πιτσιρίκος με τη σέγα γουρλώνει τα μάτια προσπαθώντας να κατανοήσει το ακατανόητο (Φωτ. Κ.Μεγαλοκονόμου, 1959) - πηγή

Ο Μπάμπης Μουτσάτσος, πρωτομάστορας στην τέχνη ρίψης του γιαουρτιού, μου ανέφερε (συνέντευξη του 2002) ότι η φτώχεια και η ανέχεια τους ανάγκασε να ρίχνουν γιαούρτια... «Ξεκινήσαμε γιαουρτώνοντας τ' Αμερικανάκια του στόλου. Δεν μπορούσαμε να τους βλέπουμε να περπατάνε με ωραία μπουφάν και ρούχα που εμείς οι πάμφτωχοι, δεν είχαμε. Ο φίλος μου, μου έκανε νόημα και μου έλεγε... πάμε ρε να τους πετάξουμε γιαούρτι». - "Το γιαούρτι τώρα δικαιώνεται;" του Μανώλη Νταλούκα - πηγή

Την ίδια εποχή, στην Ελλάδα ανθεί το γιαούρτωμα, το οποίο έχει κάνει και την εμφάνισή του στα σχολεία και γίνεται ο φόβος και ο τρόμος για τους καθηγητές. Για να αντιμετωπίσει αυτό το «φαινόμενο», το κράτος εισήγαγε τον νόμο 4000 «περί καταστολής αξιοποίνων τινών πράξεων» για να αναχαιτίσει την «ιδιάζουσα θρασύτητα και προκλητικότητα έναντι της κοινωνίας». Σκοπός αυτού του μέτρου ήταν η συμμόρφωση, η πειθαρχία και ο παραδειγματισμός των νέων ανθρώπων απέναντι σε μη πρέπουσες συμπεριφορές.

Με την εφαρμογή του νόμου, οι πρώτοι τέσσερις νεαροί οδηγήθηκαν στην Ασφάλεια για το παράπτωμα του γιαουρτώματος και της εξύβρισης κατά της Αρχής, όπου οι αστυνομικοί τους κούρεψαν με την ψιλή, τους έσκισαν τα ρεβέρ των παντελονιών τους και στη συνέχεια τους περιέφεραν μπροστά στους ξαφνιασμένους περαστικούς, με χειροπέδες και με κρεμασμένη στο λαιμό μια πινακίδα, που έγραφε «Είμαι τεντιμπόης και έριξα γιαούρτι σε γυναίκα». Αυτή ήταν η πρώτη εφαρμογή του προβλεπόμενου μέτρου, το οποίο προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις.

Διαπόμπευση στην Κυψέλη. Ο αστυνόμος Π. Μουρελάτος κρατά από το αυτί τον Αντώνη Μαλανδρή, τον πρώτο Έλληνα που συνελήφθη σαν τεντιμπόης. Είχε πετάξει γιαούρτι σε πλούσια κυρία που τον ξεφτίλισε δημόσια και τον χαστούκισε επειδή, είχε τολμήσει, αυτός ο άνεργος να γλυκοκοιτάξει την κόρη της. Δίπλα του, σκύβει το κεφάλι, ο Σ.Π, που συνελήφθη δεύτερος. - πηγή

Το θέμα του τεντιμποϊσμού ήταν πολύ συχνό και στις ταινίες της εποχής. Στην ταινία του Γιάννη Δαλιανίδη «Νόμος 4000» (1962), για παράδειγμα, παρουσιάζεται μια σκηνή κατά την οποία ένας νεαρός μαθητής γιαουρτώνει τον καθηγητή του στο δρόμο αλλά συλλαμβάνεται από την αστυνομία επ’ αυτοφώρω και κουρεύεται με την ψιλή. Στη συνέχεια, διαπομπεύεται στους δρόμους, με τον παραπάνω τρόπο.

Ψηφίστηκε ταχύτατα, ο Νόμος 4000. Τον νόμο, εισήγαγε προς ψήφιση στη Βουλή, ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης, Κωνσταντίνος Καλλίας. Ο νόμος ψηφίστηκε από όλους τους βουλευτές. Οι βουλευτές της ΕΔΑ, ανησύχησαν προς στιγμή μήπως αυτός ο νόμος εφαρμοστεί όχι μόνο κατά των τεντιμπόηδων, αλλά και κατά της «δημοκρατικής νεολαίας». Όταν όμως, ο Κωνσταντίνος Καλλίας, τους διαβεβαίωσε ότι.. «το νομοσχέδιον αφορά μόνον τους τεντιμπόηδες. Δεν συμπεριέλαβα στο νομοθετικό κείμενο την κακόηχον αυτήν λέξιν, διότι προσπάθησα να εύρω την διατύπωσιν, η οποία αντιστοιχεί κατά την ελληνικήν γλώσσαν...» (Βουλή των Ελλήνων. Περίοδος Ε-Σύνοδος Α. Επίσημα Πρακτικά, Σεπτ-Νοεμβ 1959) τότε και οι βουλευτές της ΕΔΑ θα το ψηφίσουν (και λίγο αργότερα θα το πληρώσουν ακριβά, διότι βεβαίως θα χρησιμοποιηθεί και εναντίον τους). - πηγή

Η διαδικασία που προέβλεπε ο νόμος ήταν αμφιλεγόμενη, καθώς προήγαγε τη διαπόμπευση. Βέβαια, αργότερα ο συγκεκριμένος νόμος άρχισε να εφαρμόζεται όχι μόνο για το γιαούρτωμα άλλα για κάθε περίπτωση εξύβρισης. Έτσι, ο Νόμος 4000 καταργήθηκε το 1983 από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, καθώς η εφαρμογή του σε όλους τις περιπτώσεις εξύβρισης είχε προκαλέσει αρκετές αντιδράσεις, όχι μόνο από τους νομικούς κύκλους αλλά και από τους πολίτες. Σύμφωνα με τα αστυνομικά χρονικά, η τελευταία φορά που εφαρμόστηκε ήταν το 1981.


Μπορεί οι τεντιμπόηδες να φαίνονταν αλήτες, αλλά ποτέ δεν μπορεί κάποιος να γνωρίζει με βεβαιότητα τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γινόταν το γιαούρτωμα και τους λόγους που μπορεί να οδηγούσαν νεαρούς σε αυτή την πράξη. Μην ξεχνάμε επίσης τις συνθήκες που επικρατούσαν στη εξαθλιωμένη και συντηρητική μεταπολεμική και μετεμφυλιακή Ελλάδα. Από τη μία, η εξαθλίωση και η αγανάκτηση μπορεί να ερμηνεύσει, αλλά σε καμία περίπτωση να δικαιολογήσει τη συγκεκριμένη πράξη. Από την άλλη πλευρά, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε από το κράτος μόνο υπερβολικός και μη παιδαγωγικός μπορεί να χαρακτηριστεί με τα σημερινά δεδομένα.

πηγές: thefrog.gr , mediasoup.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου